ΤΑ «ΘΕΪΚΑ ΟΠΛΑ» ΑΠΟΚΡΟΥΟΥΝ ΤΟΥΣ ΠΕΡΣΕΣ ΣΤΟΥΣ ΔΕΛΦΟΥΣ
Αύγουστος του – 480. Τα στίφη των βαρβάρων Ασιατών, με την προδοσίαν του Εφιάλτη, αφού περιεκύκλωσαν τους ήρωες των Θερμοπυλών και κατέλαβαν το πέρασμα, προχώρησαν μέσα από την πεδιάδα του Κηφισού ποταμού, καταδιώκοντας τους Φωκείς και καταστρέφοντας και πυρπολώντας κάθε πόλιν, την οποίαν έβρισκαν στον δρόμον τους. Μία από αυτές ήταν και οι Άβες, όπου υπήρχεν ονομαστός Ναός του Απόλλωνος με Μαντείον, τα οποία οι Πέρσες εσύλησαν και κατέκαυσαν.
Όταν έφθασαν στους Πανοπείς, ο Ξέρξης έστειλε μία σημαντικήν δύναμιν από το στράτευμά του να λεηλατήσει τους Δελφούς και το Ιερόν του Πυθίου Απόλλωνος, και αυτός με τον κύριον όγκον του στρατού του κινήθηκε δια μέσου της Βοιωτίας προς την Αττικήν.
Οι Πέρσες, οι οποίοι είχαν σαν αποστολήν τους την καταστροφήν των Δελφών, κινήθηκαν έχοντας στα δεξιά τους τον Παρνασσόν και κατακαίγοντας όσες πόλεις συναντούσαν καθ’ οδόν.
Η είδησις της επελάσεως των βαρβάρων ετρομοκράτησε τους κατοίκους των Δελφών, οι οποίοι εζήτησαν χρησμόν από το Μαντείον, αν έπρεπε να θάψουν τους ιερούς θησαυρούς του Ναού, ή να φύγουν παίρνοντάς τους μαζί μακριά από την Φωκίδα. Η απάντησις της Πυθίας ήταν να μην μετακινήσουν τους ιερούς θησαυρούς και ότι ο θεός ήταν ικανός να διαφυλάξει τα δικά του.
Οι κάτοικοι των Δελφών, όταν πήραν τον χρησμόν, έκρυψαν τα πράγματά τους στο Κωρύκειον άντρον, ένα ευρύχωρον σπήλαιον, αφιερωμένον στον Πάνα και στις Κωρυκιάδες Νύμφες στην νοτιοδυτικήν πλευράν του Παρνασσού, σε υψόμετρον 1.420 μέτρων, και αφού έστειλαν τα γυναικόπαιδα στην Αχαΐαν, εσκόρπισαν, άλλοι στις κορυφές του Παρνασσού και άλλοι προς την Άμφισσαν της Λοκρίδος. Στον χώρον των Δελφών έμειναν μόνον εξήντα άνθρωποι, μαζί με τον ερμηνευτήν των χρησμών.
Όταν η στρατιά των βαρβάρων άρχισε να γίνεται ορατή από τον Ναόν του Απόλλωνος, ο προφήτης Ακήρατος είδε τα ιερά όπλα, τα οποία ευρίσκοντο στο εσωτερικόν του Ναού και δεν επετρέπετο σε κανέναν να τα αγγίξει, να έχουν μεταφερθεί μυστηριωδώς στον αύλειον χώρον, έμπροσθεν του Ναού. Το φαινόμενον έγινε γνωστόν σε όλους όσους παρευρίσκοντο εκεί.
Φθάνοντας οι Πέρσες στον χώρον κάτω από τον Ναόν της Προναίας Αθηνάς, συνέβησαν φαινόμενα, τα οποία εξέπληξαν τους πάντες: Φοβεροί και συνεχόμενοι κεραυνοί έπεφταν από τον ουρανόν στις γραμμές των βαρβάρων, κατακαίοντάς τους. Επίσης μία τρομερή βοή εβγήκε μέσα από τον Ναόν της Προναίας και βράχοι από την κορυφή των Φαιδριάδων απεκόπησαν και έπεσαν με πάταγον επάνω στους τρομοκρατημένους εχθρούς, σκοτώνοντας πολλούς από αυτούς.
Το σώμα των βαρβάρων έπαθε μεγάλην καταστροφήν, καθώς και οι κάτοικοι των Δελφών, οι οποίοι ήσαν στις κορυφές του Παρνασσού, μόλις αντελήφθησαν το γεγονός, κατέβηκαν από το βουνό και σκότωσαν πολλούς από τους Ασιάτες, οι οποίοι υποχωρούσαν έντρομοι.
Ελάχιστοι από αυτούς διεσώθησαν και κατάφεραν να φθάσουν στο στρατόπεδον του Ξέρξου. Διηγούντο δε στους άλλους βαρβάρους και άλλα υπερφυσικά συμβάντα, τα οποία είχαν ζήσει την ημέραν εκείνην, μεταξύ των οποίων και την καταδίωξιν και σφαγήν τους από δύο οπλίτες πολύ υψηλότερους των κοινών ανθρώπων, οι οποίοι τους ακολουθούσαν κατά πόδας. Οι κάτοικοι των Δελφών και οι ιερείς, έλεγαν ότι οι δύο αινιγματικοί οπλίτες, ήσαν οι Ήρωες των Δελφών Φύλακος και Αυτόνοος. Το τέμενος του Φύλακου ευρίσκετο κοντά στον δρόμον, επάνω από τον Ναόν της Προναίας Αθηνάς, ενώ το τέμενος του Αυτόνοου, κοντά στην Κασταλίαν πηγήν, κάτω από τον βράχον της Υάμπειας.
Έτσι με τον θαυμαστόν αυτόν τρόπον, το Μαντείον των Δελφών, διέφυγε την σύλησιν από τους βαρβάρους, οι οποίοι δεν ετόλμησαν πλέον να ξαναεπιχειρήσουν παρόμοιον τόλμημα.
Οι κάτοικοι των Δελφών έστησαν διά το γεγονός αυτό, πλησίον του Ναού της Προναίας Αθηνάς την ακόλουθην επιγραφήν:
Όταν έφθασαν στους Πανοπείς, ο Ξέρξης έστειλε μία σημαντικήν δύναμιν από το στράτευμά του να λεηλατήσει τους Δελφούς και το Ιερόν του Πυθίου Απόλλωνος, και αυτός με τον κύριον όγκον του στρατού του κινήθηκε δια μέσου της Βοιωτίας προς την Αττικήν.
Οι Πέρσες, οι οποίοι είχαν σαν αποστολήν τους την καταστροφήν των Δελφών, κινήθηκαν έχοντας στα δεξιά τους τον Παρνασσόν και κατακαίγοντας όσες πόλεις συναντούσαν καθ’ οδόν.
Η είδησις της επελάσεως των βαρβάρων ετρομοκράτησε τους κατοίκους των Δελφών, οι οποίοι εζήτησαν χρησμόν από το Μαντείον, αν έπρεπε να θάψουν τους ιερούς θησαυρούς του Ναού, ή να φύγουν παίρνοντάς τους μαζί μακριά από την Φωκίδα. Η απάντησις της Πυθίας ήταν να μην μετακινήσουν τους ιερούς θησαυρούς και ότι ο θεός ήταν ικανός να διαφυλάξει τα δικά του.
Οι κάτοικοι των Δελφών, όταν πήραν τον χρησμόν, έκρυψαν τα πράγματά τους στο Κωρύκειον άντρον, ένα ευρύχωρον σπήλαιον, αφιερωμένον στον Πάνα και στις Κωρυκιάδες Νύμφες στην νοτιοδυτικήν πλευράν του Παρνασσού, σε υψόμετρον 1.420 μέτρων, και αφού έστειλαν τα γυναικόπαιδα στην Αχαΐαν, εσκόρπισαν, άλλοι στις κορυφές του Παρνασσού και άλλοι προς την Άμφισσαν της Λοκρίδος. Στον χώρον των Δελφών έμειναν μόνον εξήντα άνθρωποι, μαζί με τον ερμηνευτήν των χρησμών.
Όταν η στρατιά των βαρβάρων άρχισε να γίνεται ορατή από τον Ναόν του Απόλλωνος, ο προφήτης Ακήρατος είδε τα ιερά όπλα, τα οποία ευρίσκοντο στο εσωτερικόν του Ναού και δεν επετρέπετο σε κανέναν να τα αγγίξει, να έχουν μεταφερθεί μυστηριωδώς στον αύλειον χώρον, έμπροσθεν του Ναού. Το φαινόμενον έγινε γνωστόν σε όλους όσους παρευρίσκοντο εκεί.
Φθάνοντας οι Πέρσες στον χώρον κάτω από τον Ναόν της Προναίας Αθηνάς, συνέβησαν φαινόμενα, τα οποία εξέπληξαν τους πάντες: Φοβεροί και συνεχόμενοι κεραυνοί έπεφταν από τον ουρανόν στις γραμμές των βαρβάρων, κατακαίοντάς τους. Επίσης μία τρομερή βοή εβγήκε μέσα από τον Ναόν της Προναίας και βράχοι από την κορυφή των Φαιδριάδων απεκόπησαν και έπεσαν με πάταγον επάνω στους τρομοκρατημένους εχθρούς, σκοτώνοντας πολλούς από αυτούς.
Το σώμα των βαρβάρων έπαθε μεγάλην καταστροφήν, καθώς και οι κάτοικοι των Δελφών, οι οποίοι ήσαν στις κορυφές του Παρνασσού, μόλις αντελήφθησαν το γεγονός, κατέβηκαν από το βουνό και σκότωσαν πολλούς από τους Ασιάτες, οι οποίοι υποχωρούσαν έντρομοι.
Ελάχιστοι από αυτούς διεσώθησαν και κατάφεραν να φθάσουν στο στρατόπεδον του Ξέρξου. Διηγούντο δε στους άλλους βαρβάρους και άλλα υπερφυσικά συμβάντα, τα οποία είχαν ζήσει την ημέραν εκείνην, μεταξύ των οποίων και την καταδίωξιν και σφαγήν τους από δύο οπλίτες πολύ υψηλότερους των κοινών ανθρώπων, οι οποίοι τους ακολουθούσαν κατά πόδας. Οι κάτοικοι των Δελφών και οι ιερείς, έλεγαν ότι οι δύο αινιγματικοί οπλίτες, ήσαν οι Ήρωες των Δελφών Φύλακος και Αυτόνοος. Το τέμενος του Φύλακου ευρίσκετο κοντά στον δρόμον, επάνω από τον Ναόν της Προναίας Αθηνάς, ενώ το τέμενος του Αυτόνοου, κοντά στην Κασταλίαν πηγήν, κάτω από τον βράχον της Υάμπειας.
Έτσι με τον θαυμαστόν αυτόν τρόπον, το Μαντείον των Δελφών, διέφυγε την σύλησιν από τους βαρβάρους, οι οποίοι δεν ετόλμησαν πλέον να ξαναεπιχειρήσουν παρόμοιον τόλμημα.
Οι κάτοικοι των Δελφών έστησαν διά το γεγονός αυτό, πλησίον του Ναού της Προναίας Αθηνάς την ακόλουθην επιγραφήν:
«Μνάμά τ’ αλεξάνδρου πολέμου καί μάρτυρα νίκας.
Δελφοί με στάσαν, Ζανί χαριζόμενοι
σύν Φοίβω πτολίπορθον απωσαμένοις στίχα
Μήδων καί χαλκοστέφανον ρυσαμένοις τέμενος».
Δελφοί με στάσαν, Ζανί χαριζόμενοι
σύν Φοίβω πτολίπορθον απωσαμένοις στίχα
Μήδων καί χαλκοστέφανον ρυσαμένοις τέμενος».
«Είμαι ένα μνήμα του πολέμου προστατευτικό των ανδρών και μάρτυρας νίκης.
Οι Δελφοί με έστησαν, ευχαριστήρια προσφορά στον Δία
και στον Φοίβο, οι οποίοι απώθησαν από την πόλιν τις φάλαγγες
των Μήδων και έσωσαν το χαλκοστέφανον τέμενος».
Οι Δελφοί με έστησαν, ευχαριστήρια προσφορά στον Δία
και στον Φοίβο, οι οποίοι απώθησαν από την πόλιν τις φάλαγγες
των Μήδων και έσωσαν το χαλκοστέφανον τέμενος».
26/5/2014
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ
(ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ)
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΡΟΣΟΣ
(ΜΕΓΙΣΤΙΑΣ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου