Ο Πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού συνέχιζε να αρνείται αποδοχή της τουρκικής διζωνικής το 1980, όπως και τον προηγούμενο χρόνο, και εντοπίζονται και αρκετές αναφορές Ε/κ προς Βρετανούς, υποσκάπτοντας το ρόλο και το κύρος του. Οι Τούρκοι ξεκαθαρίζουν τι ακριβώς εννοούσαν με την «επιστροφή» των Βαρωσίων. Οι Βρετανοί πίστευαν ότι τα συμφέροντά τους εξυπηρετούνταν καλύτερα με μη λύση, δεν είχαν γρόσι για «ενοίκια», δεν αναγνώριζαν το ψευδοκράτος γιατί αυτό θα ενοχλούσε τα συμφέροντά τους στο νησί σε σχέση με τις βάσεις, δεν μπορούσε να γίνει εκμετάλλευση των «χωρικών υδάτων των βάσεων» (για έρευνες πετρελαίου) δίχως την άδεια της Κυπριακής Κυβέρνησης.
Το ΑΚΕΛ υπέρ «γενναιόδωρων» προσφορών προς τους Τουρκοκύπριους, δηλώσεις Εζ. Παπαϊωάννου για Βρετανο-Αμερικανούς, εμφάνιση του Ασίλ Ναδίρ, ναρκωτικά από τα κατεχόμενα προς Βρετανία και άλλα θέματα ενδιαφέροντος και στα φετινά έγγραφα. Επίσης αναφερόμαστε και σε έγγραφα άμεσου ενδιαφέροντος, από αυτά που δεν έχουμε ακόμα δημοσιεύσει, σχετικά α) με το χάρτη Μακαρίου του 1977, β) εισήγηση Μιχαλάκη Τριανταφυλλίδη για μια περίεργη επιτροπή αποζημιώσεων για αντιμετώπιση του προσφυγικού, που θα πρέπει να προβληματίσει και γ) υποσκάψεις Κυπριανού προς Βρετανούς.
Το «πρόβλημα» της γρήγορης λύσης
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980, το Φόρεϊν Όφις αποφάνθηκε ότι: «... Τα οφέλη που απολαμβάνουμε από τις βρετανικές κυρίαρχες βάσεις είναι τεράστιας σημασίας και ουσιαστικά αναντικατάστατα. Είναι μια αναγκαία συνδρομή στην αγγλο-αμερικανική σχέση. Το Τμήμα (Φόρεϊν Όφις) συχνά μελετά με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ποιες καταστάσεις στην Κύπρο μάς συμφέρουν καλύτερα στο να διατηρούμε ανενόχλητη τη χρήση και διευκολύνσεις από τις βρετανικές βάσεις. Στο ισοζύγιο, η απόφαση είναι ότι μια γρήγορη ''λύση'' ίσως να μη βοηθά (εφ' όσον σε τέτοια περίπτωση πιθανόν οι πιέσεις εναντίον των βάσεων να εντατικοποιηθούν), όπως και η κατάρρευση και επιστροφή στη διαμάχη δεν θα βοηθούσε, και ότι τα συμφέροντά μας εξυπηρετούνται καλύτερα με τη συνεχιζόμενη κίνησή μας προς μια λύση - δίχως, όμως, μια γρήγορη προοπτική για κάτι τέτοιο».
Κι αν υπάρξει ψευδοκράτος;
Το Μάρτιο του 1980 το Φόρεϊν Όφις προέβη σε μια ενδελεχή μελέτη της προοπτικής μονομερούς ανακήρυξης του ψευδοκράτους και αποφάσισε ότι κάτι τέτοιο «δεν μπορούσε να συμβεί δίχως την έγκριση της τουρκικής κυβέρνησης. Θα προκαλούσε έντονη αντίδραση από τους Ελληνοκύπριους, που πιθανόν να έβλαπτε τα βρετανικά συμφέροντα στο νησί. Ο βρετανικός στόχος θα έπρεπε να ήταν η παρεμπόδιση τέτοιου ενδεχομένου. Οι αντιδράσεις άλλων χωρών -όπως της Ελλάδας, των ΗΠΑ, ΕΟΚ και Σοβιετικής Ένωσης- αναμένονταν να ήσαν αρνητικές καθώς επίσης και από νομικής πλευράς το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορούσε να αναγνωρίσει κάτι τέτοιο, εφ' όσον ήταν δεσμευμένο με τις Συμφωνίες του 1960 και τη Συνθήκη Εγγυήσεως.
Επομένως η βρετανική άποψη ήταν ότι οι υποχρεώσεις που είχαν οι εγγυήτριες δυνάμεις, βάσει της Συνθήκης Εγγυήσεως και της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης του 1960, έπρεπε να ήταν σεβαστές όσο το δυνατόν ήταν κατορθωτό, εν αναμονή των διαπραγματεύσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών για μια νέα διευθέτηση.
Η Τουρκία δικαιολογεί την τουρκική εισβολή της Κύπρου το 1974 και τη συνεχιζόμενη παρουσία των τουρκικών στρατευμάτων, βάσει των προνοιών της Συνθήκης Εγγυήσεως. Η Τουρκία μπορεί να δικαιολογήσει το νέο ''κράτος'', σε τελική απόφαση ο βρετανικός στόχος θα έπρεπε να ήταν η αποφυγή μονομερούς ανακήρυξης όσο ήταν δυνατό. Αν αποτύγχανε η προσπάθεια και οι Τούρκοι προχωρούσαν σε μονομερή ανακήρυξη, η βρετανική αντίδραση θα έπρεπε να κυβερνάται από την ανάγκη να παρουσιάζεται ενεργά φιλο-ελληνοκυπριακή. Θα εκδοθεί ανακοινωθέν καταδίκης, πρωτοβουλία για ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών...».
Στις προετοιμασίες αυτές, το Φόρεϊν Όφις ετοίμασε και προσχέδιο ψηφίσματος, το οποίο θα χρειαζόταν βέβαια αναπροσαρμογές, όταν και αν χρειαζόταν.
Το προσχέδιο εκείνο του 1980 πήρε τη μορφή του ψηφίσματος 541 του 1983, όταν ο Ντενκτάς προέβη στη μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους, στις 15 Νοεμβρίου 1983.
Πετρελαιο-συζητήσεις...
Το Δεκέμβριο του 1979, ο ανταποκριτής του BBC Μετίν Μουνίρ (μάλλον Τούρκος) στην Άγκυρα, ρώτησε τη βρετανική πρεσβεία ποια είναι η έκταση των χωρικών υδάτων των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο. Το ενδιαφέρον του κ. Μουνίρ προέκυψε, σύμφωνα με τη σχετική αλληλογραφία, μετά από συνάντησή του με αντιπρόσωπο αμερικανικής εταιρείας πετρελαίου. Η πρεσβεία ζήτησε ενημέρωση από το Φόρεϊν Όφις, το οποίο επικοινώνησε με το Υπ. Άμυνας και με τη διοίκηση των βάσεων στην Επισκοπή.
Κατ' αρχήν η εντολή ήταν όπως στον κ. Μουνίρ λεχθεί μόνο ότι:
Α) Τα χωρικά ύδατα των βρετανικών κυρίαρχων βάσεων έχουν την ίδια απόσταση όπως εκείνα του Ηνωμένου Βασιλείου και των εξαρτώμενων περιοχών, δηλαδή 3 μίλια, και
Β) οποιεσδήποτε προοπτικές για έρευνες εντός των χωρικών αυτών υδάτων θα πρέπει να μελετηθούν σε συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία, και θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις στρατιωτικές μας απαιτήσεις και εκείνες για την ασφάλεια.
Στη δική του αναφορά για το ίδιο θέμα, ο κ. Μπράουν, της Υπ. Αρμοστείας στη Λευκωσία, πρόσθεσε ότι όχι μόνο υπάρχει υποχρέωση σύμφωνα με τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και το παράρτημα Ο είναι επίσης σχετικό, καθώς αναφέρεται στην εκμετάλλευση ορυκτών που ανακαλύπτονται στις βάσεις. Πέραν τούτου, ο κ. Stephen Brown πρόσθεσε και τούτο:
«Υπό το φώς της συνάντησης που είχε ο Μετίν Μουνίρ με αντιπρόσωπο αμερικανικής εταιρείας πετρελαίου, αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από λίγους μήνες συνάντησα δύο Αμερικανούς στην Κύπρο, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι ήσαν εκτελεστικοί σύμβουλοι μεγάλης αμερικανικής εταιρείας πετρελαίου. Είπαν ότι η εταιρεία τους ανησυχούσε για την πολιτική αστάθεια στις αραβικές χώρες πετρελαίου και αναζητούσε κάποιον άλλο τόπο στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, που ήταν πολιτικώς πιο σταθερός. Η εταιρεία ήλπιζε να εγκαθιδρύσει περιφερειακό γραφείο, όπου η πλειοψηφία των υπαλλήλων της μαζί με τις οικογένειές τους μπορούσαν να έχουν ως βάση. Θεώρησαν ότι η Κύπρος τούς πρόσφερε αυτό το χώρο, και ήταν και ένα καλό κέντρο επικοινωνιών.
Βέβαια δεν αναμέναμε από τους Αμερικανούς να μας αποκαλύψουν ότι είχαν βρει πετρέλαιο πλησίον των ακτών της Κύπρου, όμως παράλληλα και ο Μουνίρ ίσως να έφθασε στα λανθασμένα συμπεράσματα».
«Έρευνες πετρελαίου στα χωρικά ύδατα»
Όμως, και παρόλη την περιορισμένη αλληλογραφία στο θέμα, στα αποδεσμευθέντα έγγραφα υπάρχει και μια πολύ εμπεριστατωμένη έκθεση με τίτλο « Έρευνες πετρελαίου στα χωρικά ύδατα», που ετοιμάστηκε από το Αρχηγείο των βρετανικών βάσεων στην Επισκοπή και στάλθηκε στο Υπ. Άμυνας στη Βρετανία με αντίγραφο στο Φόρεϊν Όφις, ημερ. 22 Ιανουαρίου 1980, και στο οποίο αναλύονται οι υποχρεώσεις της Βρετανίας έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και οι οποίες κάνουν αδύνατη την πιθανότητα έκδοσης άδειας σε τέτοιες εταιρείες για εξερεύνηση πετρελαίου, στα χωρικά ύδατα των βάσεων. Τονίζεται στην έκθεση αυτή ότι, σε τέτοια περίπτωση,
«Α) Η διοίκηση των βάσεων δεν μπορεί να παραχωρήσει δικαιώματα/άδειες σε εταιρείες πετρελαίου στα χωρικά ύδατα των βάσεων· τέτοιες αιτήσεις θα πρέπει να σταλούν στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Β) Η Δημοκρατία θα συντονίζει οποιεσδήποτε τέτοιες προσεγγίσεις από εταιρείες πετρελαίου, και αν δοθεί άδεια, τότε η Δημοκρατία θα επικοινωνήσει με τη διοίκηση των βάσεων.
Γ) Η διοίκηση τότε θα διεξαγάγει τις δικές τις διαβουλεύσεις με το Αρχηγείο των Δυνάμεών της, ως προς το αν μπορούν τέτοιες έρευνες να γίνουν, δίχως να επηρεάζουν τις στρατιωτικές απαιτήσεις και τις ανάγκες ασφάλειας, και να συμβουλέψει τη Δημοκρατία αναλόγως.
Δ) Οι όροι οποιασδήποτε άδειας από τη Δημοκρατία θα πρέπει να κάνουν ξεκάθαρο ότι η διοίκηση έχει απόλυτη δύναμη να ελέγχει ή να σταματά τέτοιες επιχειρήσεις αν ενοχλούν τις υπηρεσίες της ή ιδιωτικά δικαιώματα.
Ε) Όλα τα δικαιώματα και φόροι πληρώνονται και δίδονται στη Δημοκρατία.
Στην πραγματικότητα, έστω και περιορισμένη έρευνα, θα απειλεί τη λειτουργία των στρατιωτικών μας επιχειρήσεων στις βάσεις, αν τοποθετηθούν πλατφόρμες και γίνονται σεισμικές εκρήξεις για γεω-φυσικές έρευνες. Μεγάλης κλίμακας εξερευνήσεις για πετρέλαιο στα χωρικά ύδατα των βάσεων, θα μας αλλάξουν όλως διόλου την ταυτότητά μας...».
Όσον αφορά στη θάλασσα πέραν των τριών μιλίων, η έκθεση έλεγε πως «οι βάσεις δεν έκαναν τίποτα σε σχέση με τη Συνθήκη του 1958 για την υφαλοκριπίδα (Continental Shelf), παρόλο ότι την επικύρωσε η Δημοκρατία στις 23 Μαρτίου 1974». «Θα σας είμαστε ευγνώμονες αν μπορούσατε να μας ενημερώστε αν προέκυψε κάποια νομοθεσία στη Βρετανία από αυτήν τη Συνθήκη και αν επηρεάζει τις εξαρτώμενες περιοχές», σημειωνόταν στην έκθεση προς το Λονδίνο.
Διζωνική από την πίσω πόρτα Ο Σπύρος Κυπριανού απέρριπτε και αντιπρότεινε διπεριφερειακή
http://www.sigmalive.com/simerini/politics/reportaz/333827
ΜΕΡΟΣ Β’
Όπως γράφαμε στο μέρος α’, οι Βρετανοί φαίνεται να εξέταζαν το ενδεχόμενο η Τουρκία να κηρύξει «ανεξάρτητο κράτος» στα κατεχόμενα τρία χρόνια πριν η πρόβλεψη αυτή μετουσιωθεί σε πράξη. Είχαν, μάλιστα, αποφασίσει πως δεν ήταν στρατηγικά συμφέρουσα η έκφραση υποστήριξης σε μια τέτοια κίνηση, καθώς θα κινδύνευαν οι βάσεις. Παράλληλα, αποκαλύφθηκε από τα έγγραφα του Φόρεϊν Όφις ότι οι Βρετανοί ενδιαφέρονταν για τα πετρελαϊκά κοιτάσματα της Κύπρου τουλάχιστον από το Δεκέμβριο του 1979, γεγονός που συνιστούσε άλλο ένα κίνητρο για τη διατήρηση των βάσεων με νύχια και με δόντια. Τον ίδιο καιρό γίνονταν προσπάθειες για εμπέδωση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας ανάμεσα στους Ε/κ.
Δεν υπάρχει η διζωνική
Σε συνέντευξή του στις 9 Αυγούστου, 1980, προτού φύγει για διακοπές στην Ελλάδα, ο πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού μίλησε εκτεταμένα για τη διζωνική και τόνισε ότι ο όρος «διζωνική» δεν υπάρχει στο σύνταγμα καμιάς ομοσπονδίας και ότι η πλευρά του επιδιώκει μια διπεριφερειακή λύση. Απαντώντας σε ερώτηση, επανέλαβε ότι η πλευρά του δεν δεσμεύθηκε με ουδεμία υποχρέωση και δεν δέχθηκε διζωνική λύση στο κυπριακό πρόβλημα. Κατά την άποψή του ο όρος «διζωνική» δεν ήταν σωστός ούτε σε σχέση με το εδαφικό.
Τρεις μήνες προτού ο ειδικός εκπρόσωπος του Γ.Γ. Hugo Gobbi επισκεφθεί για πρώτη φορά τον πρόεδρο Κυπριανού, τον οποίο βρήκε συνεπή και ξεκάθαρο στις θέσεις του. Ο πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού είπε στον εκπρόσωπο του Γ.Γ. ότι θα ήταν συμβατό οι συνομιλίες να ξαναρχίσουν με βάση τις κατευθυντήριες του 1977 και τη συμφωνία της 19ης Μαΐου 1979. Δεχόταν ως αρχή την πρόταση των Η.Ε. ως εναρκτήρια δήλωση. Όμως το έγγραφο των Ην. Εθνών δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς. Αν η ιδέα της διζωνικής και της ασφάλειας επρόκειτο να αναφέρονται ξεκάθαρα, τότε οι Ελληνοκύπριοι θα έπρεπε να μπορούν να καταγράψουν τις επιφυλάξεις τους για τα θέματα αυτά. Γιατί υπήρχαν εξάλλου και άλλα θέματα -όπως η ελεύθερη διακίνηση που ζητούσε η ελληνοκυπριακή πλευρά- που θα έπρεπε να προβάλλονται.
Οι Ελληνοκύπριοι ήθελαν την επανέναρξη των συνομιλιών, όχι όμως εις βάρος των θέσεών τους, αποδεχόμενοι όρους ή πληρώνοντας ακριβά την επανέναρξη, οι προοπτικές της οποίας ήσαν αμφίβολες. Ο Γκόμπι τότε εισηγήθηκε να γραφόταν ότι αμφότερες οι πλευρές θα έχουν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους σε βάθος σχετικά με την ιδέα της διζωνικής και ασφάλειας στα πλαίσια συζητήσεων, σε σχέση με το συνταγματικό και το εδαφικό... Ο Κυπριανού δέχθηκε να το σκεφθεί...
Λύση χωρίς τους πρόσφυγες
Στις 9 Ιουλίου 1980, ο Βρετανός Ύπ. Αρμοστής στην Κύπρο κ. Ρόουτς (Rhodes) και ο ΥΠΕΞ της Κύπρου κ. Νίκος Ρολάνδης είχαν μια μακρά συζήτηση. Από την αναφορά του πρώτου προς το Λονδίνο, ημερ. 10 Ιουλίου 1980, ο κ. Ρολάνδης δεν ήταν αισιόδοξος για τις προσπάθειες Γκόμπι, όμως πίστευε ότι θα έπρεπε να του δοθεί κάθε ευκαιρία, ειδικά αν ήταν να αποφευχθεί ο διορισμός επιτροπής που απέρρεε από το τελευταίο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Η.Ε. Ο Ρολάνδης πίστευε ότι πέραν των ενδοκοινοτικών συνομιλιών χρειαζόταν και κάποια άλλη ξεχωριστή δράση. Τέτοιες συζητήσεις στο παρασκήνιο έπρεπε να γίνουν δίχως δημοσιότητα...
Ο Βρετανός Ύπ. Αρμοστής συμφώνησε για μυστικές συνομιλίες, όμως διερωτήθηκε κατά πόσο θα ήταν δυνατό να τεθεί στην κυπριακή κοινή γνώμη το είδος της προόδου ή λύσης που μπορεί να επιτευχθεί (με τις μυστικές συνομιλίες). Π.χ. δεν θα υπήρχε λύση που να προνοεί την επιστροφή όλων των προσφύγων ή μεγάλης περιοχής. Οποιαδήποτε λύση στο εδαφικό, μάλλον θα κατέληγε με δύο ξεχωριστές περιφέρειες (ή ζώνες) με, τουλάχιστον κατ' αρχήν, ένα ελεγχόμενο σύνορο. Ο Ρολάνδης συμφώνησε ότι αυτό θα ήταν δύσκολο αλλά εισηγήθηκε ότι αν οι συνομιλίες ξεκινούσαν και προχωρούσαν σε σημαντικές, στο παρασκήνιο, αυτές μπορούσαν σταδιακά να επηρεάσουν τις ενδοκοινοτικές. Η κοινή γνώμη, εν πάση περιπτώσει, χρειαζόταν διαφώτιση...
Διζωνική χωρίς «διζωνική»
Στις 22 Αυγούστου 1980, η βρετανική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον ενημερώνει το Φόρεϊν Όφις ότι Αμερικανός αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ τούς είπε ότι ο Μάθιου Νίμιτς είχε συνομιλία με τον Πέρες ντε Κουεγιάρ στη Νέα Υόρκη για τις προοπττικές επανέναρξης των συνομιλιών. Ο Ντε Κουεγιάρ είπε ότι πρέπει να συγκρατηθούν οι Τουρκοκύπριοι να μη ζητούν «απαράδεκτα πράγματα» κατά την έναρξη των συνομιλιών, που θα ξεκινούσαν στις 16 Σεπτεμβρίου. Ειδικά ήταν σημαντικό να μη ζητήσουν διευκρίνιση της «διζωνικότητας». Η γραμματεία του ΟΗΕ θα εργαζόταν προς αυτή την κατεύθυνση και θα εκτιμούσε βοήθεια από τους Αμερικανούς και άλλες χώρες. Οι Βρετανοί τούς είπαν ότι και οι ίδιοι εργάζονταν πάνω στην ίδια βάση.
Τα Η.Ε. φιλοδοξούσαν ότι με το να ξεκινήσουν οι συνομιλίες από τα θέματα στα οποία υπήρχε κοινή συμφωνία, θα προχωρούσαν και σε πρακτική πρόοδο στα Βαρώσια και θα εξασφάλιζαν την επανεγκατάσταση μεταξύ 10-20.000 προσφύγων, σε αντάλλαγμα κίνησης από τους Ελληνοκύπριους για άρση οικονομικού αποκλεισμού των Τουρκοκυπρίων...
Επιτροπή αποζημιώσεων από το Μάρτιο του 1977
Αναφορά της βρετ. Υπ. Αρμοστείας στη Λευκωσία προς το Λονδίνο, ημερ. 3 Μαρτίου 1977, μετά από συνομιλία για τη λύση του Κυπριακού που είχε ο μ. Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης με τον κ. Μ. Πέρσιβαλ της Υπ. Αρμοστείας, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Είναι ενδιαφέρον να αναφέρουμε την ιδέα του κ. Μιχαήλ Τριανταφυλλίδη, για την οποία μου μίλησε πριν από λίγο καιρό. Είπε ότι και τον ίδιο ανησυχούν οι πιέσεις για την ελευθερία εγκατάστασης, που μάλλον θα κορυφωθούν, προερχόμενες από τους Ελληνοκύπριους πρόσφυγες οι οποίοι, σε καμία περίπτωση, δεν πρόκειται να επιστρέψουν στα σπίτια τους κάτω από τη διοίκηση της δικής των κοινότητας. Πρότεινε την ίδρυση μιας Ομόσπονδης Επιτροπής Περιουσιών σύντομα, για ν' αναλάβει τις περιουσίες των Ελληνοκυπρίων (και αν χρειαστεί και τις ξένες) στο Βορρά και τις τουρκοκυπριακές στο Νότο, σε τιμές 1974, μείον, ας πούμε, 25%.
Για όποιον δεν μπορεί, ή δεν θέλει να ξαναπάει πίσω στην περιουσία του, να δίδεται μια προθεσμία (ας πούμε 12 μηνών) να πάρει αποζημίωση τοις μετρητοίς από την Αρχή, ή μετοχές ίδιας αξίας για ν' αγοράσει περιουσία από την Αρχή που έλεγχε την άλλη ζώνη... Όπως είπε ο Τριανταφυλλίδης, όλοι οι Κύπριοι διακατέχονται από επιχειρηματικό μυαλό... Θα χρειαστεί κάποιος πλούσιος να έλθει απ' έξω με επιταγή. Οι Αμερικανοί ήδη πληρώνουν αρκετά στην Κύπρο, δίχως να παίρνουν ευχαριστώ: Όμως, επένδυση σε μια Ομοσπονδιακή Αρχή Κυπριακής Επιτροπής, θα μπορούσε να επιφέρει πολιτικά κέρδη αν διευκόλυνε το δρόμο για τη λύση».
Ο χάρτης Μακαρίου έτοιμος πριν φθάσει ο Κλίφορντ στην Κύπρο
Για δεκαετίες τώρα κατηγορούνται οι Αμερικανοί και δη ο απεσταλμένος Κλαρκ Κλίφορντ ότι ευθύνεται, πρώτον, για τις κατευθυντήριες Μακαρίου - Ντενκτάς, 12 Φεβρουαρίου 1977, κάτι που καταρρίπτεται εφόσον ο Κλίφορντ έφθασε στην Κύπρο 11 μέρες μετά τα πρακτικά Βάλντχαϊμ της 12ης Φεβρουαρίου 1977. Στη συνέχεια κατηγορείται όμως και για το «διζωνικό» χάρτη που κατέθεσε ο διαπραγματευτής τότε, μ. Τάσσος Παπαδόπουλος, στους Τούρκους στις 31.3.1977 και στη συνέχεια για τις ελληνοκυπριακές προτάσεις, που βασίζονταν στο χάρτη εκείνο, ο οποίος -να σημειωθεί- έδιδε μόνο το 20% στους Τουρκοκύπριους και ήταν βασισμένος στην πληθυσμιακή τους αναλογία του 18%.
Έγγραφο, όμως, επίσης ημερ. 3 Μαρτίου 1977, αυτήν τη φορά από τη βρετανική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον προς το Φόρεϊν Όφις, με τίτλο «Αποστολή Κλίφορντ», γράφει επί λέξει: «... Ο Λέτσκι (Νέλσον, νεαρός τότε αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ) μάς είπε ότι μόνο ο Κλίφορντ είχε δει το χάρτη, τον οποίο ο Μακάριος έβγαλε από το συρτάρι του γραφείου του και του έδειξε, και ο Κλίφορντ δεν ήταν σε θέση να θυμάται και πολύ για τις λεπτομέρειές του... Ο Μακάριος είχε πει στον Κλίφορντ ότι δεν ήθελε κανέναν να ξέρει για το χάρτη, και πρόσθεσε ότι δεν ήθελε τους Εννιά (της ΕΟΚ) να αναμειχθούν. Το ίδιο είχαν ζητήσει και οι Τούρκοι, αλλά είχαν δώσει διαφορετική ερμηνεία για την απαίτησή τους αυτή· δεν ήθελαν τη Γαλλία με κανέναν τρόπο να αναμειχθεί...».